ἡδονοκρασία

ἡδονοκρασία
ἡδονο-κρᾰσία,, ,
A rule of pleasure, Aristeas 278.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ηδονοκρασία — ἡδονοκρασία, ἡ (Α) η κυριαρχία τής ηδονής. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. αντί τού αμάρτυρου *ηδονοκρατία (< ηδονή + κρατία < κρατης < κράτος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”